Διεθνείς Μακρο-Οικονομικές Τάσεις
Εμπορικές συμφωνίες: Πρόοδος εν μέσω αβεβαιότητας
Ιούλιος 2025
Καθώς πλησιάζει η καθοριστική ημερομηνία της 1ης Αυγούστου, η πίεση για τη σύναψη διμερών εμπορικών συμφωνιών με τις ΗΠΑ έχει αυξηθεί. Σύμφωνα με δηλώσεις του Προέδρου των ΗΠΑ, στις περιπτώσεις κρατών με τα οποία δεν θα έχει συνομολογηθεί έως τότε εμπορική συμφωνία, θα εφαρμοστούν «ανταποδοτικοί» δασμοί ύψους μεταξύ 10% και 50%. Μέχρι σήμερα, τέτοιες συμφωνίες έχουν ανακοινωθεί μόνο με το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ιαπωνία και την Ινδονησία, ενώ με την Κίνα εκκρεμεί εδώ και αρκετό καιρό η ολοκλήρωσή της με την υπογραφή της από τους δύο Προέδρους. Παράλληλα, πηγή έντασης συνιστά το τελευταίο διάστημα ο έντονος προβληματισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις εμπορικές πρακτικές της Κίνας, ιδίως για τις αποστολές στα κράτη-μέλη της κινεζικών προϊόντων εξαιρετικά χαμηλού κόστους και αμφίβολης συμμόρφωσης με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές (όπως μέσω των πλατφορμών Shein, Temu). Τέλος, θετικά επιδρά στην οικονομική δραστηριότητα η σχετική ύφεση στα μέτωπα των εχθροπραξιών στη Μέση Ανατολή και στον πόλεμο Ουκρανίας-Ρωσίας.
Στις ΗΠΑ, η αναστολή της επιβολής των «ανταποδοτικών» δασμών έως την 1/8 και η -εκτός απροόπτου- εμπορική συμφωνία με την Κίνα συνέβαλαν θετικά στη διατήρηση των, απρόσμενα, αρκετά καλών συνθηκών στην αγορά εργασίας και στη συγκράτηση των πληθωριστικών προσδοκιών. Ως αποτέλεσμα, τα οικονομικά στοιχεία και οι πρόδρομοι δείκτες εμφανίζουν κατά το τελευταίο διάστημα μικρή βελτίωση, ελαφρά μεγαλύτερη των εκτιμήσεων. Σε αυτό το περιβάλλον αβεβαιότητας, η Fed παραμένει διστακτική στην περαιτέρω μείωση του βασικού επιτοκίου της περιμένοντας πρώτα την αποσαφήνιση της δασμολογικής πολιτικής ώστε να εκτιμήσει την επίδρασή της στον πληθωρισμό. Από την άλλη, όμως, έχουν ενταθεί οι κυβερνητικές πιέσεις για να προβεί άμεσα στη μείωση του βασικού επιτοκίου της γεννώντας ανησυχίες για τη δυνατότητά της να λαμβάνει ανεξάρτητα αποφάσεις.
Στην Ευρωζώνη, η οικονομική δραστηριότητα κατά το Β΄ Τρίμηνο εκτιμάται ότι παρέμεινε περίπου στάσιμη σε σχέση με του Α΄ Τριμήνου. Η περιορισμένη εσωτερική ζήτηση, η αύξηση των δασμών στις εξαγωγές της στις ΗΠΑ, η σημαντική ανατίμηση από την αρχή του χρόνου του ευρώ έναντι του αμερικανικού δολαρίου, η πιθανή ανακατεύθυνση στην ευρωπαϊκή αγορά μέρους των «χαμένων» στις ΗΠΑ εξαγωγών τρίτων χωρών (που εντείνει τον ανταγωνισμό και πιέζει τα περιθώρια κέρδους των ευρωπαϊκών εταιρειών) αποτελούν μερικούς από τους παράγοντες που δρουν ανασταλτικά στην ανάπτυξη. Από την άλλη, οι τέσσερις μειώσεις των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ το 2025, η διαμόρφωση του πληθωρισμού πλησίον του στόχου του 2%, η απόφαση αύξησης των αμυντικών δαπανών σε βάθος χρόνου και το ιστορικά χαμηλό ποσοστό ανεργίας επηρεάζουν θετικά.
Στην Κίνα, ο ρυθμός ανάπτυξης κατά το Β΄ Τρίμηνο διαμορφώθηκε στο 5,2% σε ετήσια βάση (Α΄ Τρίμ. 25: 5,4%). Συνεπώς, συνολικά στο Α’ Εξάμηνο ήταν 5,3%, καθιστώντας πιθανότερη την επίτευξη του κυβερνητικού στόχου για ρυθμό ανάπτυξης «περίπου 5%» για το 2025. Ωστόσο, η σχετικά συγκρατημένη εσωτερική ζήτηση παραμένει διατηρώντας τις εξαγωγές σημαντικό παράγοντα της αναπτυξιακής προοπτικής. Οπότε, η σύναψη εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ θα αποτελέσει ιδιαίτερα θετική εξέλιξη.